Nikkei - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Nikkei - translation to γαλλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Nikkei (disambiguation)

Nikkei         
Nikkei average, index of the Japanese stock market

Ορισμός

Nikkei index
['n?ke?]
(also Nikkei average)
¦ noun a figure indicating the relative price of representative shares on the Tokyo Stock Exchange.
Origin
1970s: Nikkei, abbrev. of Ni(hon) Kei(zai Shimbun) 'Japanese Economic Journal'.

Βικιπαίδεια

Nikkei

Nikkei can refer to:

  • Nikkei, Inc. (Kabushikigaisha Nihonkeizaishimbunsha) (株式会社日本経済新聞社), abbreviated 日経, Nikkei, a large media corporation in Japan
  • The Nikkei (Nihon Keizai Shimbun) (日本経済新聞), abbreviated 日経, Nikkei, a major business newspaper published in Japan
  • Nikkei 225 (日経225), a Japanese stock market index, published by Nihon Keizai Shimbun
  • Nikkei people (日系人, Nikkei), often simply Nikkei, people in the Japanese diaspora
  • Nikkey Shimbun (ニッケイ新聞), a Japanese-language newspaper published in São Paulo, Brazil
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Nikkei
1. Le Nikkei attend les élections en confiance La Bourse suisse.
2. Le Nikkei a cependant rebondi, encouragé par les valeurs d‘exportation.
3. Mardi, en matinée, l‘indice Nikkei a également quelque peu fléchi.
4. Nikkei en baisse Le plan de relance financera plusieurs chantiers.
5. De męme, le Nikkei 225 atteignait de nouveaux sommets.